Πληροφορίες για την πόλη

Χάλε (Βέλ)

Κύρια Συμπεράσματα

    Πολιτικό πλαίσιο: Βέλγιο

    Πώς είναι οργανωμένη η μεταναστευτική πολιτική του Βελγίου;

    Η δομή του βελγικού κράτους είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Οι μεταναστευτικές πολιτικές σχεδιάζονται κυρίως σε ομοσπονδιακό επίπεδο, υπό την πολιτική εξουσία του Υπουργού Ασύλου και Μετανάστευσης. Η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Δημόσιων Εσωτερικών Υποθέσεων, μέσα από το Τμήμα Μετανάστευσης, είναι υπεύθυνη για την έκδοση θεωρήσεων εισόδου (visas) και αδειών διαμονής. Ο ανεξάρτητος Γενικός Επίτροπος Προσφύγων και Απάτριδων αποφασίζει για τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας (στην περίπτωση των προσφύγων και της επικουρικής προστασίας). Από την 1η Ιουλίου 2014 κι έπειτα, η αρμοδιότητα για την μεταναστευτική πολιτική που βασίζεται στην εργασία, μεταφέρθηκε από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση στις τρεις περιοχές του Βελγίου: την πρωτεύουσα - περιοχή των Βρυξελλών, τη Φλαμανδική Περιοχή (Φλάνδρα) και την Βαλλωνική Περιοχή (Βαλλωνία). Τέλος, υπεύθυνες για τις πολιτικές ένταξης είναι οι τρεις κοινότητες του Βελγίου – η Φλαμανδική, η Γαλλόφωνη και η Γερμανόφωνη.

    Ποιο είναι το ιστορικό υπόβαθρο; Η σχετικά φιλελεύθερη πολιτική προς τους αλλοεθνείς του 19ου αιώνα (νόμοι περί αλλοδαπών του 1835 και του 1897) αντιστράφηκε όταν ξέσπασε ο Β’ παγκόσμιος πόλεμος. Το διάταγμα για την αστυνόμευση αλλοδαπών ψηφίστηκε εν καιρώ πολέμου, το 1939, και παρείχε πλήρη έλεγχο στην εκτελεστική εξουσία επί της παρουσίας αλλοεθνών στις Βελγικές περιοχές.

    Ο νόμος περί αστυνόμευσης αλλοδαπών, που ψηφίστηκε στις 28 Μαρτίου του 1952, αποτέλεσε την πρώτη ολοκληρωμένη μεταναστευτική νομοθεσία του Βελγίου. Κύριος στόχος του νόμου ήταν η προστασία του Βελγικού κράτους από ανεπιθύμητους αλλοεθνείς. Σε αυτή την περίπτωση, κάποιες κατηγορίες «ειδικών αλλοδαπών» (π.χ. οι φιλοξενούμενοι εργάτες) ήταν σε έναν βαθμό προστατευμένες από την αυθαίρετη φύση της εκτελεστικής εξουσίας. Η πετρελαϊκή κρίση του 1973 οδήγησε σε μια κατασταλτική στάση απέναντι στην μετανάστευση του εργατικού δυναμικού από το 1974 κι έπειτα.

    Ο ακρογωνιαίος λίθος της τωρινής μεταναστευτικής νομοθεσίας του Βελγίου είναι ο νόμος περί αλλοδαπών της 15ης Δεκεμβρίου του 1980. Εξαιτίας των πολυάριθμων τροποποιήσεων του τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, ο νόμος έχει πλέον γίνει ιδιαίτερα περίπλοκος και δυσνόητος. Οι τροποποιήσεις αυτές στόχευαν κυρίως στον περιορισμό της αποδοχής ανθρωπιστικών αιτιών μετανάστευσης (όπως η αναζήτηση ασύλου και η οικογενειακή επανένωση) και στην αποδυνάμωση των διαδικαστικών δικαιωμάτων των μεταναστών.

    Ποιες είναι οι κύριες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων; Η μετανάστευση είναι ψηλά στην πολιτική ατζέντα του Βελγίου. Η ευαίσθητη φύση του ζητήματος αποδεικνύεται μέσα από γεγονότα όπως η πτώση της προηγούμενης ομοσπονδιακής κυβέρνησης στα τέλη του 2018, λόγω της υποστήριξης της προς το Παγκόσμιο Σύμφωνο του ΟΗΕ για την Ασφαλή, Ομαλή και Νόμιμη μετανάστευση – ένα μη δεσμευτικό διεθνές εργαλείο συνεργασίας.

    Από το 2014 μέχρι το 2018, μια κεντροδεξιά συμμαχία υιοθέτησε πολλαπλά μέτρα που περιόριζαν τα δικαιώματα των μεταναστών, στοχεύοντας συγκεκριμένα τους αιτούντες ασύλου, τους μετανάστες για οικογενειακούς λόγους και τους παράτυπους μετανάστες. Μεταξύ άλλων, μείωσε την προθεσμία άσκησης προσφυγής για τους υπό κράτηση αιτούντες ασύλου. Εντατικοποίησε τη μάχη ενάντια στις «εικονικές» σχέσεις, εμπλουτίζοντας την ήδη υπάρχουσα νομοθεσία σχετικά με τους «λευκούς» γάμους και τις ήδη καταχωρημένες σχέσεις συμβίωσης, με πρόσθετους κανόνες σχετικούς με τις «εικονικές» αναγνωρίσεις πατρότητας.

    Με σκοπό να αυξήσει το ποσοστό των επιστροφών στη χώρα προέλευσης, η κυβέρνηση εισήγαγε διάφορα μέτρα για την κράτηση των μεταναστών. Το 2017, θιοθέτησε ένα «γενικό σχέδιο» για να αυξήσει τις διαθέσιμες θέσεις σε κλειστά κέντρα. Επιπλέον, τον Αύγουστο του 2018, το Βέλγιο ξεκίνησε ξανά την κράτηση οικογενειών με παιδιά σε πρόσφατα κατασκευασμένες «οικογενειακές μονάδες» σε ένα κλειστό κέντρο κοντά στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών – ένα μέτρο το οποίο έκτοτε καταργήθηκε με πρωτοβουλία του Συμβουλίου της Επικρατείας.

    Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και τις Βρυξέλλες, διάφορες διατάξεις του νόμου περί αλλοδαπών τροποποιήθηκαν έτσι ώστε να ενισχυθούν η δημόσια τάξη και η εθνική ασφάλεια. Για παράδειγμα, καταργήθηκε η εξαίρεση από την απέλαση για όσους είχαν γεννηθεί στο Βέλγιο ή είχαν μετακομίσει εκεί πριν την ηλικία των 12.

    Επιπροσθέτως, προστέθηκε στις προϋποθέσεις παραμονής ο όρος της ενσωμάτωσης και προσαρμογής: το τμήμα μετανάστευσης μπορεί να διακόψει ορισμένα δικαιώματα διαμονής εάν οι μετανάστες δεν μπορούν να αποδείξουν ότι έχουν καταβάλει μια λογική προσπάθεια να ενταχθούν.

    Το σύμφωνο του ομοσπονδιακού συνασπισμού του 2020 παρουσιάζει στοιχεία συνέχειας αλλά και αλλαγής σε σχέση με την προηγούμενη νομοθεσία. Μια από τις προτεραιότητες του είναι ο σχεδιασμός ενός νέου κώδικα για τη μετανάστευση που θα αντικαταστήσει τον αδιαφανή νόμο περί μετανάστευσης του 1980. Προς αυτή την κατεύθυνση, έχει ξεκινήσει μια διαδικασία διαβουλεύσεων ανάμεσα σε ενδιαφερόμενα μέρη και εμπειρογνώμονες. Η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση αναγνωρίζει ρητά τη σημασία του παγκόσμιου συμφώνου περί μετανάστευσης, και δηλώνει ότι θα βάλει τέλος στην κράτηση ανηλίκων σε κλειστά κέντρα. Η τωρινή πολιτική επιστροφής του Βελγίου έχει στόχο να είναι «ανθρώπινη και σταθερή». Αφενός μεν δίνει έμφαση στην πληροφόρηση, τον προσανατολισμό και την συμβουλευτική για τους μετανάστες, αφετέρου δε, συνεχίζουν να αυξάνονται οι εξαναγκαστικές επιστροφές – και, μαζί τους, η δυνατότητα για την κράτηση των μεταναστών.

    Σχετικά με την ένταξη, το σύμφωνο του συνασπισμού της Φλαμανδικής κυβέρνησης του 2019 εξετάζει το ενδεχόμενο να αυστηροποιήσει τη πορεία αστικής ένταξης, με την επιβολή ενός κατώτατου αντιτίμου ύψους 360 ευρώ και την αυστηροποίηση των γλωσσικών απαιτήσεων.

    Τι επιτυχίες έχουν σημειώσει οι προοδευτικές εκστρατείες; Η κοινωνία των πολιτών έχει αμφισβητήσει και προσβάλλει τα μέτρα που περιορίζουν τα δικαιώματα των μεταναστών μέσα από εκστρατείες, άσκηση πολιτικής πίεσης και στρατηγικούς δικαστικούς αγώνες. Η αμφισβήτηση της νομιμότητας αυτών των μέτρων στο δικαστήριο έχει αποδειχθεί ο πιο επιτυχημένος τρόπος επιρροής στη μεταναστευτική πολιτική, παρότι τα δικαστήρια δεν έκαναν δεκτές όλες τις αντιρρήσεις.
    Η εκστρατεία «You don’t lock up a child. Period» ενάντια στην κράτηση των ανήλικων μεταναστών συνάντησε μεγάλη υποστήριξη. Η πίεση από την κοινωνία των πολιτών και τις πόλεις οδήγησε στη μετεγκατάσταση 18 ασυνόδευτων ανηλίκων από τα Ελληνικά νησιά της Λέσβου και της Σάμου τον Αύγουστο του 2020, καθώς και 11 ασυνόδευτων ανηλίκων το Δεκέμβριο του 2020 αφότου ο καταυλισμός της Μόρια καταστράφηκε από πυρκαγιά. Οι αριθμοί αυτοί, βέβαια, δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες. Οι παράτυποι μετανάστες διεκδικούν μια πιο επιεική στάση ως προς τη νομιμοποίηση μέσα από διάφορες οδούς, όπως τη δημοσίευση μιας ανοιχτής επιστολής προς τους Βέλγους υπηκόους, στην ιστοσελίδα «We are Belgium too», την κατάληψη μιας εκκλησίας και πανεπιστημιακών κτιρίων, καθώς και μια απεργία πείνας που συνεχίζεται μέχρι σήμερα.